Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

Είσαι και πάλι εδώ...

Κλείνω τα μάτια
και σκέφτομαι εσένα,
καρδιά μου ξέχνα
την ανοιχτή πληγή σου.
Με τα κομμάτια
που κείτονται πεσμένα
ζητάω να συνθέσω
και πάλι τη μορφή σου.

Είσαι και πάλι εδώ,
πώς θα μπορούσες άλλωστε να λείπεις;
Μαζί σου έμαθα να ζω
στα όρια χαράς και λύπης.
Είσαι και πάλι εδώ
στη στοιχειωμένη πολιτεία του ονείρου
κι εγώ αιμορραγώ
και πέφτω στα μισά του τελευταίου γύρου.

Οι σκέψεις μου προδότες
με γυρίζουν πίσω
κι ανοίγουνε τις πόρτες
που πάσχιζα να κλείσω
μα πριν χαθώ μες στις σκιές
το χέρι μου απλώνω,
κόβω τις γέφυρες του χτες
κι απ' την αρχή ματώνω.

Τότε μονάχα σ' αγαπώ...

Όταν μέσα στα μάτια σου μπορώ και βλέπω το γαλάζιο τ' ουρανού
και με τη σκέψη σου οδηγό σηκώνω άγκυρα γι' αλλού,
όταν στο αντίκρισμά σου πνίγομαι μα και συγχρόνως ανασαίνω
κι ενώ στις πύλες φτάνω του Παράδεισου από της Κόλασης τη σκάλα κατεβαίνω,
όταν χτυπάει το τηλέφωνο και σκέφτομαι εσένα
κι ολόγυρα στους τοίχους του σπιτιού μου τα μάτια σου βλέπω ζωγραφισμένα,
τότε μονάχα δέχομαι ότι σε αγαπάω...
Όταν μπροστά σου αισθάνομαι σαν ναυαγός στα κύματα ριγμένος
και σαν το παλικάρι του παραμυθιού από την ομορφιά σου μαγεμένος,
όταν για σένα είμαι πρόθυμος με τέρατα και δράκους να παλέψω
και σαν τον Διγενή απ' τους ληστές να έρθω να σε κλέψω,
όταν μπροστά σου ξεψυχώ μα και συνάμα ξαναζώ
κι από τα χείλη σου πίνω τ' αθάνατο νερό,
όταν στο δρόμο περπατώ και οι διαβάτες έχουνε το πρόσωπό σου
και της ψυχής μου η νυχτιά φωτίζεται από το άστρο το δικό σου,
τότε μονάχα δέχομαι ότι σε αγαπάω...
Όταν οι χτύποι της καρδιάς μου συντονίζονται με τον δικό σου τον ρυθμό
και στων ματιών σου τους καθρέπτες αντικρίζω όσα γυρεύω και ποθώ,
όταν τα χείλη σου φιλώ σαν τον πιστό που ασπάζεται ιερή εικόνα
και στου χεριού σου τ' άγγιγμα σαν στάχυ νιώθω στο μάτι του κυκλώνα,
όταν να σου μιλήσω προσπαθώ και λησμονώ τα λόγια
και όσο είμαστε μαζί να λειτουργούνε παύουν τα ρολόγια,
όταν στους δρόμους της ζωής βαδίζω μόνος σαν τυφλός
κι έρχεσαι εσύ για να μου φέρεις της αγάπης φως,
τότε μονάχα δέχομαι ότι σε αγαπάω...
Τότε μονάχα σ' αγαπώ
όταν δεν έχω πια μυαλό
να κάνω τίποτ' άλλο
παρά σαν τον κοινό τρελό
μου κυριεύεις το μυαλό
με έρωτα μεγάλο.
Τότε μονάχα σ' αγαπώ
όταν καλό μα και κακό
με βρίσκουνε συγχρόνως
και στο κορμί και την ψυχή
μπαίνουν και μένουνε μαζί
η ηδονή κι ο πόνος...

Έφυγες...

Εγώ φαντάρος στη σκοπιά
με κεντημένη την καρδιά
από της μοναξιάς τα βέλη
κι εσύ που έφυγες νωρίς
στα ξενυχτάδικα μιας άλλης γης
χορεύεις τσιφτετέλι.

Έφυγες δίχως να σκεφτείς
πως στο βιβλίο της ζωής
την ίδια είχαμε σελίδα
κι αν κάποιο μαύρο πρωινό
χέρι σε άρπαξε σκληρό
εμένα χτύπησε του πόνου η καταιγίδα.

Δεν τη μπορώ τη μοναξιά,
Θεέ μου, συγχώρα με αλλά
σ' εκείνη που αγάπησα πηγαίνω,
μια λάμψη μέσα στη νυχτιά
και είμαι πλάι σου ξανά,
δεν άντεξα το τέλος να προσμένω.

ΥΓ Άλλη μία δημιουργία από τη στρατιωτική μου θητεία, αυτή τη φορά στις σκοπιές της Λήμνου...